- διαγώνιος
- Η ευθεία που ενώνει δύο μη διαδοχικές κορυφές σε ένα πολύγωνο. Ένα πολύγωνο με n πλευρές έχει n(n-3)/2 δ., γιατί από κάθε κορυφή ξεκινούν n-3 δ., αλλά αν πάρουμε κάθε κορυφή με τη σειρά της, αριθμούμε κάθε δ. δύο φορές. Στο τετράγωνο ο λόγος της δ. προς την πλευρά του είναι 2. Σε ένα επίπεδο τετράπλευρο, το άθροισμα των τετραγώνων των τεσσάρων πλευρών του είναι ίσο με το άθροισμα των τετραγώνων των δ. του συν τέσσερις φορές το τετράγωνο του ευθύγραμμου τμήματος που ενώνει τα μέσα των δ. αυτών. Δ. πολυέδρου είναι το ευθύγραμμο τμήμα που συνδέει δύο κορυφές που δεν βρίσκονται πάνω στην ίδια έδρα. Σε ένα ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο το τετράγωνο της δ. είναι ίσο με το άθροισμα των τετραγώνων των τριών διαστάσεών του. Δ. επίπεδα σε ένα πλήρες τετράεδρο λέγονται τα επίπεδα που ορίζονται από δύο απέναντι ακμές του. Δ. σημεία σε ένα πλήρες τετρακόρυφο, ονομάζονται τα σημεία τομής δύο απέναντι πλευρών του. Δ. πίνακας ονομάζεται ένας τετραγωνικός πίνακας τάξης n, στον οποίο όλα τα στοιχεία, εκτός από αυτά που βρίσκονται στην κύρια δ., είναι μηδενικά.
* * *-α και -ος, -ο (AM διαγώνιος, -ον)αυτός που συνδέει μια γωνία με την απέναντι τηςνεοελλ.το θηλ. ως ουσ. η διαγώνιοςη ευθεία που ενώνει δύο μη διαδοχικές κορυφές ενός πολυγώνου.[ΕΤΥΜΟΛ. < διά + -γωνιος < γωνία. Το επίθετο διαγώνιος χρησιμοποιήθηκε ήδη από τον Στράβωνα για να προσδιορίσει το ουσ. γραμμή].
Dictionary of Greek. 2013.